Εκκλησιαστικό Μουσείο Αγίας Τριάδος
Στους πρόποδες του λόφου τού Αδάμαντα (ο οποίος είναι παραφυάδα τού βουνού με το όνομα «Νύχια»), βρίσκεται ο Ιερός Ναός τής Αγίας Τριάδος. Πρόκειται για ένα οικοδόμημα εξαιρετικής σημασίας τόσο για τον ίδιο τον Αδάμαντα όσο και για τη Μήλο γενικότερα, αφού πιθανότατα είναι, όπως δείχνουν τα πράγματα, ο δεύτερος παλαιότερος ναός στη Μήλο (ο απολύτως παλαιότερος είναι η Παναγία τού Κήπου, στη νότια πλευρά τού νησιού).
Η Αγία Τριάδα είναι ένα πολύ ιδιόμορφο αρχιτεκτόνημα, στο οποίο διακρίνονται ίχνη ανοικοδομήσεων και επισκευών που χάνονται πίσω στη βυζαντινή, τη φράγκικη, την εποχή τής Τουρκοκρατίας και τη νεότερη εποχή, έως τον 19ο αιώνα. Δεν υπάρχει άλλος ναός στη Μήλο που να συνδυάζει σε ένα κτήριο οικοδομικές φάσεις από τόσο διαφορετικές εποχές. Δεν οικοδομήθηκε ως μεμονωμένος ναός αλλά ως Καθολικό μοναστηριού, και αυτό εξηγεί και τις σχετικά μεγάλες του διαστάσεις: έχει μήκος 12,50 μ., πλάτος 10,60 μ. και εμβαδό 128,76 τ.μ., ενώ οι τοίχοι του έχουν πάχος 0,64 μ. Η παράδοση διέσωσε το όνομα με το οποίο ήταν άλλοτε γνωστός ο ναός (και το μοναστήρι) στον πολύ κόσμο: Παναγία η Θεοφανή. Με το όνομα αυτό καταγράφει τη σημερινή Αγία Τριάδα ο Γάλλος περιηγητής Τουρνεφόρ, ο οποίος επισκέφθηκε τη Μήλο το 1701. Ο χώρος γύρω από το Καθολικό χρησιμοποιούνταν, επί αιώνες και έως τις αρχές τού 19ου αιώνα, ως νεκροταφείο, όπως ήταν η συνήθεια τότε.
Ο ναός πιθανότατα οικοδομήθηκε, αρχικά, στους μετά την Εικονομαχία χρόνους (μετά το 842) και είχε θόλο στη μέση τής στέγης, κατά το βυζαντινό σύστημα. Από την εποχή αυτή διατηρούνται ακόμη δίλοβα ανοίγματα στο δυτικό τμήμα τού ναού, αλλά και το τμήμα τού ιερού με τις αψίδες. Άγνωστο πότε και για ποιο λόγο (ίσως από σεισμό), ο ναός κατέρρευσε κατά το μεγαλύτερο μέρος του και ανακαινίστηκε ριζικά στους χρόνους τής Φραγκοκρατίας (1207-1580). Στην εποχή αυτή ανήκει, κατά βάση, ο όγκος τού σημερινού κτηρίου, με κύριο χαρακτηριστικό του τον σταυροθόλο στη θέση τού παλιού βυζαντινού τρούλου. Διαμορφώθηκε, δηλαδή, ο ναός, σε βασιλική τρίκλιτη, καμαροσκεπή με τρουλοκαμάρα ή, αλλιώς, σε ναό σταυρεπίθολο: πρόκειται για έναν αρχιτεκτονικό τύπο εξαιρετικά σπάνιο στον ελλαδικό χώρο και, σίγουρα, στις Κυκλάδες μοναδικό.
Είναι πιθανό ότι ο ναός πέρασε, επί Φραγκοκρατίας, στο δυτικό δόγμα και σίγουρα χρησιμοποιούνταν από τους καθολικούς για την ταφή όσων ομοθρήσκων τους πέθαιναν στο λιμάνι (ή στη θάλασσα και μεταφέρονταν προς ταφή στο νεκροταφείο τής μονής, από τα πλοία που προσέγγιζαν τον Αδάμαντα). Ήταν η εκκλησία τού λιμανιού, για τις ανάγκες των πληρωμάτων αλλά και για την τελετή των Θεοφανείων. Ο ναός και σήμερα βρίσκεται κοντά στη θάλασσα, τότε όμως, και πριν τις προσχώσεις που επήλθαν με την πάροδο των χρόνων, ήταν παραθαλάσσιος! Πρακτικά, τις εποχές εκείνες ο Αδάμαντας ήταν ακατοίκητος, την ημέρα όμως των Θεοφανείων κατέβαιναν στο λιμάνι οι κάτοικοι του Κάστρου, όπου είχε την έδρα του και ο Φράγκος φεουδάρχης. Έτσι εξηγείται το όνομα Παναγία η Θεοφανή, αλλά και το όνομα Παναγία τού Λιμένος, με το οποίο αναφερόταν, σε κάποιες περιπτώσεις αλλά και σε επίσημα έγγραφα, ο ναός έως και τις αρχές τού 19ου αιώνα. Πάντως, πρέπει να σημειωθεί και το ιδιαίτερα σημαντικό όνομα Παναγία των Αδαμάντων, με το οποίο, πιθανώς, αποκαλούσαν τον ναό οι Φράγκοι δυνάστες και το οποίο είναι γνωστό από λόγιες πηγές, παραδιδόμενο έως και μετά το 1833. Από παραφθορά τού ονόματος αυτού προήλθε, ενδεχομένως, η ονομασία Στον Αλαμάντο, με την οποία ήταν γνωστή στον πολύ κόσμο η ευρύτερη περιοχή τού ναού κατά την εποχή τής Τουρκοκρατίας.
Μετά την κατάλυση του Δουκάτου τού Αιγαίου και του φεουδαρχικού καθεστώτος, ο ναός χρειάστηκε εκ νέου επισκευή στους πρώτους χρόνους τής Τουρκοκρατίας. Πλέον, το μοναστήρι (και το νεκροταφείο τής αυλής) είχε περάσει στο ορθόδοξο δόγμα, εξακολούθησε όμως ο ναός να χρησιμοποιείται και από τους καθολικούς τού νησιού ή από τα πληρώματα των πλοίων, κατά έναν περίεργο τρόπο: οι νεκροί καθολικοί, πριν τον ενταφιασμό, τοποθετούνταν για λίγο στον σημερινό ναό τής Αγίας Τριάδας, όπου πιθανότατα λάμβανε χώρα και η σχετική νεκρώσιμη τελετή. Αυτό ίσως είναι σημείο ότι οι καθολικοί ασκούσαν επί του χώρου κεκτημένο παλαιό τους δικαίωμα. Άλλωστε, δεν υπήρχε άλλος ναός στο λιμάνι για να τελεστεί η νεκρώσιμη ακολουθία. Ο ενταφιασμός των καθολικών λάμβανε χώρα στη συνέχεια, σε καινούργιο καθολικό νεκροταφείο που αναπτύχθηκε στην περιοχή τού σημερινού ναού τού Αγίου Νικολάου. Η συνύπαρξη καθολικών και ορθοδόξων μέσα στον ίδιο ναό, τη σημερινή Αγία Τριάδα, ο οποίος εξυπηρετούσε τους πιστούς και των δύο δογμάτων, είναι φαινόμενο αξιοπρόσεκτο, αν όχι μοναδικό.
Πάντως, το 1827 οικοδομήθηκε στον Αδάμαντα ο νέος καθολικός ναός τού Αγίου Νικολάου, στην περιοχή τού προϋπάρχοντος εκεί καθολικού νεκροταφείου, προκειμένου να αποφεύγεται η τέλεση της νεκρώσιμης ακολουθίας των καθολικών στην από πολλού χρόνου ορθόδοξη, πλέον, Αγία Τριάδα. Μέχρι την εποχή εκείνη, ωστόσο, το παλιό μοναστήρι τής Παναγίας τής Θεοφανής είχε πάψει να υπάρχει από πολλά χρόνια και κανείς δεν το θυμόταν πλέον. Ακόμα και η ονομασία τού μοναστηριού είχε χαθεί από τη συλλογική μνήμη. Δε σωζόταν παρά μόνο το άλλοτε Καθολικό, που ο πολύς κόσμος εξακολουθούσε να γνωρίζει ως «Παναγία». Σταδιακά, ωστόσο, και το όνομα αυτό υποχώρησε προς όφελος του ονόματος «Αγία Τριάδα», χωρίς να είναι απόλυτα σαφές κάτω από ποιες συνθήκες συνέβη αυτό. Είναι πιθανό ότι η Αγία Τριάδα τιμούνταν μέσα στον ναό, ίσως παράλληλα με την Παναγία· και ενώ το επίσημο όνομα του ναού εξακολουθούσε να είναι «Παναγία», κατά την ημέρα τής εορτής τής Αγίας Τριάδας τελούνταν λαμπρή ημερήσια πανήγυρις στον ναό και στον γύρω χώρο, κατά την οποία συνέρρεαν στο λιμάνι όλοι οι κάτοικοι του νησιού. Και ακριβώς επειδή επισήμως ο ναός ήταν αφιερωμένος στην Παναγία, η πανήγυρις δεν τελούνταν κατά τον εσπερινό τής Αγίας Τριάδας αλλά το επόμενο πρωί, μετά τη λειτουργία και διαρκούσε μέχρι αργά το απόγευμα. Ήταν το μοναδικό ημερήσιο πανηγύρι τού νησιού, μεγάλο κοσμικό γεγονός, που πιθανότατα συνέβαλε στην παγίωση του ονόματος «Αγία Τριάδα» για τον παμπάλαιο ναό τού λιμανιού.
Σε κάθε περίπτωση, ως «Αγία Τριάδα» για πρώτη φορά απαντάται ο ναός σε έγγραφο του 1834. Ήδη τότε ήταν ιδιωτικός και ανήκε στην οικογένεια Κυπραίου ή Γαλανού, μαζί με το γύρω κτήμα, το περιβόλι τής άλλοτε Παναγίας τής Θεοφανής. Δύο οικίες είχαν χτιστεί σε επαφή με τον νότιο τοίχο τού ναού (όπου σήμερα η κεντρική είσοδος) και τον απέκρυπταν καθ᾿ όλο το μήκος του. Στενός περίβολος με ένα πηγάδι βρισκόταν κατά μήκος τής δυτικής πλευράς, όπου και η δυτική είσοδος. Είναι πιθανό ότι γύρω στους χρόνους αυτούς, αλλά άγνωστο πότε ακριβώς, ο εσωτερικός διάκοσμος του ναού υπέστη μεγάλη καταστροφή από πυρκαγιά. Πολύ πιθανό να καταστράφηκαν τέμπλα, ιερές εικόνες και σκεύη. Η καταστροφή διευκόλυνε ίσως την πώληση του ναού το 1839, από τον τελευταίο του ιδιοκτήτη, τον πιλότο Δημήτριο Κυπραίο ή Γαλανό, στους Κρήτες πρόσφυγες που είχαν εποικίσει τον έρημο Αδάμαντα σταδιακά και από το 1824. Ο ναός αγοράστηκε επίσης για λογαριασμό και των άλλοτε κατοίκων τής Παλαιάς Χώρας που είχαν εγκαταλείψει την πόλη τους γύρω στις αρχές τού 19ου αιώνα και πλέον κατοικούσαν και αυτοί στον Αδάμαντα, στη συνοικία «Χωραϊτιά». Το τίμημα της πώλησης ήταν πολύ μικρό, 300 δραχμές μόνο, και αυτό δείχνει ότι ο ναός πωλήθηκε σχεδόν κενός εσωτερικά (ίσως με ελάχιστες μόνο εικόνες που διέφυγαν την καταστροφή) και σε κακή κτηριακή κατάσταση.
Οι Κρήτες πρόσφυγες, διωγμένοι από την πατρίδα τους μετά την καταστολή, εκεί, της επανάστασης από τις δυνάμεις τού Ιμπραήμ, κινήθηκαν δραστήρια για να επισκευάσουν την Αγία Τριάδα. Ο συνοικισμός των Κρητών τού Αδάμαντα είχε ήδη αναγνωριστεί από το Κράτος το 1837, είχε συνταχθεί το πολεοδομικό σχέδιο του Αδάμαντα και ο λόφος είχε διαιρεθεί σε οικόπεδα που παραχωρήθηκαν στους πρόσφυγες για ανοικοδόμηση οικιών. Παρά ταύτα, οι Κρήτες τού Αδάμαντα παρέμεναν πολύ φτωχοί και οι συνέπειες της πυρκαγιάς που είχε καταστρέψει το εσωτερικό τού ναού, δεν αποκαταστάθηκαν οριστικά παρά μετά το 1844 και την ίδρυση του Δήμου Αδάμαντος. Προκειμένου να καταστήσουν την Αγία Τριάδα εκκλησία δημόσια και ενοριακή, οι έποικοι Κρήτες (αλλά και οι κατοικούντες στη «Χωραϊτιά») κατεδάφισαν τις οικίες που απέφρασσαν τον ναό στα νότια, κατασκεύασαν το κωδωνοστάσιο και έκαναν μια πρώτη διαμόρφωση της αυλής γύρω από τον ναό. Οικοδομήθηκε αυλόγυρος με ψηλούς τοίχους και αναβαθμούς, εν είδει κερκίδων υπαιθρίου θεάτρου, για να κάθονται οι πανηγυριστές. Το παλιό νεκροταφείο που βρισκόταν άλλοτε στην αυλή τής «Παναγίας τής Θεοφανής», εξαφανίστηκε σχεδόν τελείως. Οι Κρήτες φρόντισαν, επίσης, να αποκτήσει ο ναός τέμπλα, εικόνες και σκεύη, που ως επί το πλείστον μεταφέρθηκαν από εγκαταλελειμένους ναούς τής Παλαιάς Χώρας. Η πανήγυρις της Αγίας Τριάδας άρχισε να τελείται και πάλι, συναδελφώνοντας, για μία έστω ημέρα, τους ντόπιους Μηλίους και τους εποίκους Κρήτες, που γενικότερα, τις εποχές εκείνες, δεν είχαν τις καλύτερες σχέσεις.
Πολλά χρόνια μετά την αγορά και την επισκευή τού ναού, μέσα στις πρώτες δεκαετίες τού 20ού αιώνα, οι κιτρινόχρωμες μαλτεζόπλακες που κάλυπταν το πάτωμα της Αγίας Τριάδας, αντικαταστάθηκαν από τσιμεντένια πλακίδια χρώματος μαύρου και λευκού. Το 1937 έλαβαν χώρα μείζονες εργασίες διαμόρφωσης της αυλής, με την επιστασία τού Προέδρου τής Κοινότητος Αδάμαντος Γιάγκου Καβρουδάκη. Μεταξύ άλλων κατασκευάστηκε υδροδεξαμενή, μεταρρυθμίστηκαν οι κερκίδες στον αυλόγυρο, κατασκευάστηκαν τα βοτσαλωτά τής αυλής και το υπόλοιπο του δαπέδου στρώθηκε με πλάκες από τη Σίφνο. Έτσι, ο περιβάλλων χώρος τής Αγίας Τριάδας έλαβε τη σημερινή του μορφή. Τέλος, ας αναφερθεί ότι τη δεκαετία τού 1950 καθαιρέθηκε, για στατικούς λόγους, ο τελευταίος «όροφος» του κωδωνοστασίου, ο οποίος αποκαταστάθηκε μέσα στη δεκαετία τού 1960.
Η Αγία Τριάδα εξακολουθεί και σήμερα να λειτουργεί ως ναός. Ανήκει στην ενορία τού Αδάμαντα και η παλιά, καθιερωμένη πανήγυρις εξακολουθεί να τελείται κατ᾿ έτος. Ωστόσο, έχει πλέον χάσει τον πάνδημο χαρακτήρα της και έχει μεταβληθεί σε ένα απλό πανηγύρι, όπως τα υπόλοιπα που τελούνται κατά καιρούς στα χωριά τού νησιού. Μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο, μάλιστα, υπήρξαν εποχές που το άλλοτε λαμπρό πανηγύρι είχε μεταβληθεί σε απλό προσκύνημα! Σημαντικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι, σήμερα, το πανηγύρι έχει χάσει τη μοναδικότητα που το χαρακτήριζε άλλοτε, ως το μόνο ημερήσιο πανηγύρι τού νησιού, και πλέον τελείται την παραμονή τής εορτής, κατά την εσπέρα, όπως και όλα τα υπόλοιπα. Πρόκειται για μια ουσιαστική μεταβολή στον χαρακτήρα τού πανηγυριού.
Από το 1999, μέσα στον παμπάλαιο ναό τής Αγίας Τριάδας στεγάζονται οι συλλογές τού Εκκλησιαστικού Μουσείου Μήλου. Χωρίς ποτέ να πάψει να λειτουργεί ως ενοριακή εκκλησία τού Αδάμαντα, η Αγία Τριάδα απέκτησε έτσι έναν διττό χαρακτήρα, αφού πλέον λειτουργεί και ως μουσείο τής εκκλησιαστικής παράδοσης του νησιού. Η πρωτοβουλία για την ίδρυση του Μουσείου ανήκε στον εξέχοντα Αδαμαντινό Γρηγόρη Μπελιβανάκη, ενώ υποστηρίχθηκε θερμά από την Ιερά Μητρόπολη Σύρου και τον προκαθήμενο αυτής, Σεβασμιότατο κ. Δωρόθεο Β´.
Ιερά Νήσος Μήλος, Ιούλιος 2021 |
|
Παύλος Σ. Κοτρωνάκης Αρχαιολόγος |
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Βάος Ζαφείριος, Ναοί και Ναΰδρια της Μήλου. Αθήνα 1964 (επανέκδοση από το Πνευματικό Κέντρο Δήμου Μήλου, Αθήνα 1999).
- Καβρουδάκης Ιωάννης, Ο σταυρεπίθολος ναός τής Αγίας Τριάδος Αδάμαντος Μήλου. Μηλιακά τόμος Δ´, σσ. 202-262 (επιμέλεια χειρογράφου: Γρ. Μπελιβανάκης). Αδελφότης Μηλίων, Αθήνα 1999.
Μπελιβανάκης Γρηγόρης, Ο Ι. Ν. Αγίας Τριάδος εις Αδάμαντα Μήλου. Εκκλησιαστικό Μουσείο Μήλου, Αθήνα 2000.