Κυριακή 1/10/23
Α’ Λουκά Στ’ 31-36
Έχει πλοίο και για σένα
Από σήμερα αρχίζουμε να διαβάζουμε το Ευαγγελικό ανάγνωσμα στη Θεία Λειτουργία από το Ευαγγέλιο του Λουκά.
Το πρώτο ανάγνωσμα από το κατά Λουκάν είναι το περιστατικό με τον Πέτρο, τον αδελφό του Ανδρέα και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη -επίσης αδέλφια- που ψαρεύουν στη λίμνη. Εμφανίζεται τότε ο Χριστός και τους γυρεύει να χρησιμοποιήσει τη βάρκα τους για άμβωνα, δηλαδή να μπει στη βάρκα τους, ώστε να μπορούν να Τον ακούνε οι άνθρωποι που ήταν στην παραλία, επειδή προφανώς ο τόπος ήταν επίπεδος.
Μέσα στην καθημερινότητα και τη ρουτίνα της ζωής αυτών των τεσσάρων ανθρώπων ξαφνικά εμφανίζεται ο Χριστός. Το Ευαγγέλιο ξεκινάει μ’ αυτό το περιστατικό για να πει και σε μας ότι μες στην καθημερινότητά μας, όποια κι αν είναι αυτή -η εργασιακή, η οικογενειακή, η προσωπική, η ψυχολογική- ξαφνικά εμφανίζεται ο Χριστός και μας λέει: «Τι ψαρεύεις;» (το ‘πε σ’ εκείνους αυτό, επειδή ήταν ψαράδες). Σε μας ρωτάει: «Τι κάνεις; Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία ενεργείς; Πώς ζυγιάζεις τα πράγματα; Τι κρατάς και τι πετάς; Έχεις μια ζυγαριά για να ζυγιάσεις τι αξίζει και τι δεν αξίζει; Τι θα κρατήσεις και τι θα πετάξεις;».
Στο τέλος της διήγησης βλέπουμε ότι ο Πέτρος, ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης τράβηξαν στην ξηρά τα καΐκια τους, άφησαν και τα δίχτυα τους εκεί και Τον ακολούθησαν.
Αυτό το συμβάν της ζωής των Αποστόλων μας αφορά γιατί είναι μια αναλογία και για τη δική μας κλήση. Εκείνοι μπόρεσαν και άφησαν ολόκληρη τη ζωή τους ακολουθώντας τον Χριστό. Σ’ εμάς ο Χριστός δεν λέει κάτι τέτοιο. Μας λέει να αφήσουμε αυτά που δεν έχουν αξία στη ζωή μας. Σε μας λέει: «Άφησε αυτά που σου είναι επιζήμια. Άφησε αυτά που σου είναι άχρηστα. Άφησε αυτά τα οποία, απλώς, σου κατατρώνε τον χρόνο της ζωής σου».
Έχουμε τρία πράγματα, από τα οποία πρέπει να ελευθερωθούμε και να τα εγκαταλείψουμε: Τα επιζήμια της ζωής μας. Τα άχρηστα της ζωής μας. Κι αυτά τα οποία τρώνε τον χρόνο της ζωής μας. Σ’ αυτό μας καλεί ο Χριστός.
Τα επιζήμια της ζωής μας είναι αυτά για τα οποία ο Χριστός σε πολλές περιπτώσεις θαυμάτων και θεραπείας έλεγε: «Μη συνεχίζεις να αμαρτάνεις, για να μη σου συμβεί τίποτε χειρότερο»! Η αμαρτία είναι επιζήμια για τη ζωή μας, έστω και αν την ενεργούμε ως επιδίωξη ευτυχίας και κέρδους. Στα διλήμματα κριτήριο είναι η εμπιστοσύνη, αν και κατά πόσον αποδεχόμαστε και επιδιώκουμε να υλοποιούμε το θέλημα του Θεού «τὸ ἤμὼν κέρδος στοχεῦον».
Τα άχρηστα της ζωής μας είναι η πλεοναστική αγωνία για ένα σωρό πράγματα που, ατυχώς πλειστάκις, καλύπτουν το «ἐνός ἔστὶ χρεία». Το ένα το οποίο έχουμε όντως ανάγκη, όπως είπε ο Χριστός στη Μάρθα.
Όταν τα επιζήμια και τα άχρηστα κυριαρχήσουν στη ζωή μας, τότε εκείνη θα καταδαπανηθεί στη ματαιότητα και την ανοησία και θα ψευδόμαστε, δικαιολογούμενοι, με το να Του λέμε:«Πότε σὲ εἴδομεν…;». Οι μαθητές στη σημερινή συνάντηση δεν Τον είδαν στη δόξα της Μεταμόρφωσής Του. Τον είδαν κουρασμένο στα παράλια του χώρου και των συνθηκών εργασίας τους. Σ’ εκείνους έκανε μια θαυμαστή αλιεία και «ξεκόλλησαν» από ολόκληρη την προηγούμενη ζωή τους. Σε μας δεν το κάνει, γιατί ξέρει ότι δεν θα ξεκολλήσουμε- και θα ‘ναι κάτι τέτοιο κατάκριμά μας! Περιορίζεται έτσι συγκαταβατικά στο να μας δώσει οδηγητική διδασκαλία -το Ευαγγέλιό Του- μια πυξίδα δηλαδή για την πορεία της ζωής και για τον τρόπο αντιμετώπισης των δυσκολιών και των εμποδίων αυτής της διαδρομής. Φυσικά, η πυξίδα δεν βγάζει στην άκρη τα εμπόδια του δρόμου, δείχνει το πώς δεν θα χαθούμε, έστω και τραυματισμένοι και πεσμένοι, μπερδεύοντας τον δρόμο.
Πώς ακολούθησε τον Χριστό ο Πέτρος και οι υπόλοιποι; Γοητεύτηκαν από τη διδασκαλία του. Με τον ίδιο τρόπο όλους τους αιώνες, κι εμείς, ο καθένας μας, με τον ίδιο τρόπο θα ακολουθήσουμε τον Χριστό. Αν δεν γοητευθούμε από το πρόσωπό Του, όχι με την έννοια της εξωτερικής μορφής, αλλά με την έννοια της διδασκαλίας και του περιεχομένου, δεν θα μπορέσουμε να Τον ακολουθήσουμε. Αν δεν Τον ακολουθήσουμε, θα μείνουμε να λιώνουμε, που λέει κι ο ποιητής, σε μια καθημερινότητα. «Στους δρόμους θα γυρνάς τους ίδιους. Και στις γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς και μες στα ίδια σπίτια αυτά θα ασπρίζεις» (Κ. Καβάφης, Η Πόλις).
Ο Χριστός μάς λέει: Βρες ζυγαριά για να ζυγίζεις τι αξίζει και τι δεν αξίζει στη ζωή σου. Δεν μπορείς να περπατάς στα τυφλά με την εντύπωση, τη γοητεία της στιγμής, και την εικόνα, που σε συμπαρασύρει. Δεν γίνεται. Αν το κάνεις -όλα μπορούν να γίνουν στα ανθρώπινα- εσύ θα βγεις ζημιωμένος στο τέλος.
Ο Πέτρος, ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης εγκατέλειψαν ολόκληρη τη ζωή τους. Εμείς θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τα λάθη μας! Γιατί αυτό που μας δυσκολεύει να ακολουθήσουμε τον Χριστό δεν είναι η σκέψη ότι πρέπει να γίνουμε απόστολοι και δεν το αντέχουμε! Αυτό που μας δυσκολεύει είναι οι συνήθειες των παθών μας που έχουν δημιουργήσει εξαρτήσεις. Ο Χριστός, για να μπορέσουμε να Τον ακολουθήσουμε, θέλει να τις κόψουμε. Αν δεν τις κόψουμε, απλώς δεν θα μπορέσουμε να Τον ακολουθήσουμε. Θα φανταζόμαστε ότι «Κάθε προσπάθειά μου μια καταδίκη είναι γραφτή».
Τα καράβια στο λιμάνι, που είναι δεμένα στο μουράγιο. αν δεν λύσουν και το τελευταίο σχοινί, δεν φεύγουν απ’ το λιμάνι. Έτσι κι εμείς πρέπει να κόψουμε κάθε σχοινί που μας δένει στις λάθος καταστάσεις, για να μπορέσουμε να Τον ακολουθήσουμε, γιατί αλλιώς, όσο γοητευμένοι και αν είμαστε, θα μένουμε στα λόγια.
Κυριακή 8/10/23
Β’ Λουκά 7:11-16
Η νίκη του θανάτου
Η ευαγγελική περικοπή πού μόλις ακούσαμε, αγαπητοί μου αδελφοί, περιγράφει μια σκηνή γεμάτη σκληρότητα, πόνο και τραγωδία.
Πρόκειται για τον θάνατο ενός νέου, μονογενούς υιού, τον οποίο συνόδευε η μητέρα του στην τελευταία κατοικία του. Μια μητέρα που ήταν η ίδια χήρα, που σημαίνει ότι είχε ήδη γευθεί το πικρό ποτήρι του θανάτου. Και όχλος πολύς. Και εκεί ο Κύριος βρίσκεται και τελεί το θαύμα που ακούσαμε, το θαύμα της ανάστασης του νεκρού.
Αυτή η απλή διήγηση εμπεριέχει, αγαπητοί μου αδελφοί, ολόκληρο το νόημα του Ευαγγελίου. Ολόκληρο το νόημα και τον σκοπό για τον οποίο ήρθε ο Κύριος στον κόσμο. Διότι ο Κύριος δεν ήρθε στον κόσμο για να είναι σπουδαίος διδάσκαλος∙ πολλοί διδάσκαλοι πέρασαν από την ιστορία. Δεν ήρθε για να είναι ένα υπόδειγμα αρετής. Ήρθε για να σώσει τον άνθρωπο από τον έσχατο εχθρό του, που είναι ο θάνατος. Γιατί ο άνθρωπος, αδελφοί μου, τίποτε άλλο δεν κράτησε τόσο πολύ όσο τη λύτρωση από τον θάνατο και τίποτε άλλο δεν μπορεί να του δώσει κανένας άλλος εκτός από τον Θεό.
Ο θάνατος είναι εγγενής, μέσα στην κτιστότητά μας. Είναι κάτι που δεν μπορούμε να το αποφύγουμε, διότι γεννηθήκαμε θνητοί, μας έπλασε ο Θεός θνητούς, δεν μας έπλασε αθάνατους. Αθάνατος είναι μόνον ο θεός. Ο μόνος έχων αθανασίαν (1 Τιμ, 6:16), όπως λέει ο απόστολος Παύλος.
Αλλά, ενώ μας έπλασε θνητούς, ήθελε να μείνουμε αθάνατοι. Και ήθελε να μας δώσει την ίδια αθανασία που έχει ο ίδιος. Και γι’ αυτό δημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερο, για να μπορέσει όλον τον κόσμο αυτόν που υπέκειτο στον θάνατο να τον φέρει σε κοινωνία με τον Θεό, τον αθάνατο Θεό, και για να μπορέσει με αυτόν τον τρόπο να λυτρωθεί από τον θάνατο και να ζήσει αιώνια η δημιουργία του Θεού.
Αλλά ο άνθρωπος αποφάσισε με την ελευθερία του να ανακηρύξει τον εαυτό του θεό και με τον τρόπο αυτό να φέρει όλη τη δημιουργία έκτοτε, μαζί και τον εαυτό του, μπροστά στο θάνατο.
Διότι δεν ήταν δυνατόν ένα θνητό πλάσμα, όπως ο άνθρωπος, να δώσει αθανασία. Έτσι γεννήθηκε μέσα στις καρδιές των ανθρώπων η νοσταλγία της αθανασίας, η αγανάκτηση κατά του θανάτου.
Και γι’ αυτό ο Κύριος έρχεται στη σημερινή περικοπή και συμμερίζεται, εσπλαχνίσθη λέει, συμμερίζεται τον πόνο και την αγανάκτηση του ανθρώπου για τον θάνατο.
Δεν θέλει ο Θεός τον θάνατο. Δεν θέλει ο Θεός να υποφέρει ο άνθρωπος από τον θάνατο. Τον θέλει αθάνατο. Και γι’ αυτό ο Κύριος έρχεται με αυτόν τον τελικό σκοπό: να δώσει στον άνθρωπο την αθανασία του.
Και η σημερινή περικοπή, το θαύμα αυτό της ανάστασης του νέου της Ναΐν, είναι ακριβώς μια ένδειξη, μια προτύπωση της νίκης κατά του θανάτου. Αυτήν τη νίκη κατά του θανάτου θέλει ο Κύριος να μας δηλώσει με το σημερινό θαύμα του.
Κυριακή 15/10/23
Λουκά Η’ 5-15
Η καρποφορία του λόγου του Θεού
Η σημερινή Κυριακή είναι αφιερωμένη στη μνήμη των αγίων πατέρων οι οποίοι συγκρότησαν την εβδόμη Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια για να ανακηρύξουν τις εικόνες που προσκυνούμε στην Εκκλησία ως ιερές και άγιες και με τον τρόπο αυτό να αντικρούσουν εκείνους οι οποίοι διεκήρυτταν ότι δεν πρέπει να έχουμε εικόνες στην Εκκλησία.
Και με αφορμή την εορτή αυτή των πατέρων η Εκκλησία επέλεξε το ευαγγελικό ανάγνωσμα που μόλις ακούσαμε, το οποίο μιλά για τον Κύριο ως τον καλό σπορέα, ο οποίος σπείρει τον λόγο παντού, αλλά ο λόγος αυτός δεν καρποφορεί παντού. Και όπως ο Κύριος έσπειρε τον λόγο όταν βρισκόταν στη ζωή αυτή, στον κόσμο αυτόν, έτσι και οι πατέρες της Εκκλησίας σπείρουν και αυτοί τον λόγο του Θεού. Αλλά και στην περίπτωση αυτή δεν καρποφορεί πάντοτε ο λόγος του Θεού.
Και το ερώτημα ακριβώς που τίθεται είναι με ποιες προϋποθέσεις μπορεί να καρποφορήσει ο λόγος του Θεού; Γιατί δεν καρποφορεί παντού; Ο Κύριος, στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε, όταν τον ρώτησαν οι μαθητές του τι νόημα έχει η παραβολή που τους είπε, έδωσε την απάντηση στο ερώτημα αυτό: με ποιες προϋποθέσεις ο λόγος του Θεού μπορεί να καρποφορήσει.
Η πρώτη και βασική προϋπόθεση είναι να πέσει, λέει ο Κύριος, ο σπόρος σε γη αγαθή. Χρειάζεται οπωσδήποτε η ανθρώπινη προαίρεση, η ανθρώπινη ελευθερία. Δεν μας εξαναγκάζει ο Θεός να δεχθούμε την αλήθεια του, ό, τι μας λέει. Αφήνει στην ελευθερία μας το να δεχθούμε ή να απορρίψουμε όχι μόνο αυτά που μας λέει, αλλά και την ίδια του την ύπαρξη. Και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι οι οποίοι δεν θέλουν καν να ακούσουν τον λόγο του Θεού. Τον απορρίπτουν εκ των προτέρων. Είναι αυτοί που αδιαφορούν πλήρως για το τι θέλει ο Θεός από μας. Και αυτούς τους παρομοιάζει ο Κύριος με εκείνους που βρίσκονται κάτω από την επήρεια του Σατανά. Διότι ο Σατανάς είναι εκείνος ο οποίος αρνείται διαρκώς την αναγνώριση του Θεού και του θελήματός του. Δεν διερωτάται εάν το θέλημα του Θεού ή ο λόγος του Θεού είναι καλός ή όχι. Και μόνο ότι προέρχεται από τον Θεό, αυτό αποτελεί λόγο για να τον απορρίψει. Και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι ακριβώς οι οποίοι δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα που να έχει σχέση με τον Θεό. Τέτοιους ανθρώπους βρίσκουμε διαρκώς ανάμεσά μας. Ε, σ’ αυτούς τους ανθρώπους ο λόγος του Θεού και να πέσει, θα πάει χαμένος. Είναι η γη τέτοια που δεν μπορεί να τον προσλάβει και δεν μπορεί να καρποφορήσει ο λόγος. Παρά ταύτα ο Κύριος και η Εκκλησία του, οι πατέρες, σπέρνουν τον λόγο αυτό, τον ρίχνουν ακόμη και σε αυτή τη γη που δεν θα φυτρώσει. Αλλά χρειάζεται, για να φυτρώσει, η ελεύθερη συγκατάθεσή μας.
Ένας άλλος λόγος που δεν φυτρώνει ο σπόρος του λόγου του Θεού, μας είπε ο Κύριος, είναι διότι χρειάζεται για να φυτρώσει να μην είμαστε απορροφημένοι από τις μέριμνες της ζωής αυτής. Όταν είμαστε απορροφημένοι από το πώς θα αυξήσουμε τα αγαθά μας, πώς θα περάσουμε τις δυσκολίες της ζωής αυτής, τότε ο λόγος του Θεού δεν μπορεί να καρποφορήσει, διότι αυτό που μας απασχολεί είναι ο εαυτός μας, είναι τα δικά μας προβλήματα, δεν θέλουμε να ακούσουμε τι θέλει ο Θεός και τι λέει ο Θεός.
Και μία άλλη κατηγορία στην οποία δεν φυτρώνει ο λόγος του Θεού είναι, λέει ο Κύριος, εκείνοι οι άνθρωποι οι οποίοι δέχονται τον λόγο του Θεού προσωρινά, αλλά όταν παρουσιαστούν οι πειρασμοί και οι δυσκολίες, τότε χάνουν την πίστη τους. Έτσι ο λόγος του Θεού δεν μπορεί να φυτρώσει εκεί που υπάρχει ολιγοπιστία, εκεί που οι άνθρωποι αμφιβάλλουν αν ο Θεός μπορεί πραγματικά στα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν να είναι παρών, να είναι παρών για να τους βοηθήσει, αλλά και για να μετατρέψει τις δυσκολίες αυτές σε ευλογία για τη ζωή τους.Διότι πολλοί πειρασμοί και πολλές δυσκολίες στη ζωή μας μπορούν να γίνουν αφορμή για τη Σωτηρία μας. Όταν λοιπόν ο άνθρωπος δέχεται τους πειρασμούς και τις δυσκολίες αυτές με εμπιστοσύνη στον Θεό, τότε καρποφορεί μέσα του ο λόγος του Θεού.
Και μία άλλη προϋπόθεση ακόμη για να καρποφορήσει ο λόγος του Θεού, μας λέει σήμερα η ευαγγελική περικοπή, είναι η υπομονή μας. Καρποφορεί εν υπομονή. Δεν δείχνει ο λόγος του Θεού αμέσως τα αποτελέσματά του. Πέφτει ο σπόρος του λόγου του Θεού, πέφτει ο σπόρος του Θεού μέσα στον κόσμο, στη γη, στην ιστορία και δεν βλέπουμε κανένα αποτέλεσμα και νομίζουμε ότι δεν θα φέρει ποτέ αποτέλεσμα ο λόγος του. Και όμως! Χρειάζεται υπομονή. Υπομονή διότι, όπως κάθε δέντρο για να φυτρώσει χρειάζεται τον χρόνο του, έτσι και ο λόγος του Θεού, με τα μέτρα που ο ίδιος ο Θεός χρησιμοποιεί, μπορεί να μη μας δείξει αμέσως τα αποτελέσματά του. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα καρποφορήσει κάπως.
Κυριακή 22/10/23
Δ’ Λουκά Η΄27-39
Τι φυτρώνει και τι δεν φυτρώνει!
Είναι γνωστή η παραβολή του Σπορέως. Είναι η διδασκαλία του Χριστού για την «τύχη» των λόγων Του μέσα στις καρδιές των ανθρώπων.
Υπάρχει σ’ αυτήν την παραβολή μια θεμελιακή δίπολη κατάσταση. Ανάμεσα σ’ αυτό το δίπολο εξελίσσεται το όλο περιγραφόμενο από τον Χριστό «δράμα» της σχέσεως του Λόγου Του με τα κτίσματά Του!
Υπάρχει ο σπόρος του γεωργού Χριστού και ο χώρος των ανθρώπινων ενδεχομένων και πιθανοτήτων υποδοχής αυτού τού σπόρου. Τι είναι ο σπόρος; Το λέει ο ίδιος ο Χριστός: «Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού» (Λουκ. 8,11). Και τι είναι, από την άλλη πλευρά ο χώρος που υποδέχεται τον σπόρο-λόγο του Θεού; Η καρδιά του ανθρώπου! Όλο το παιχνίδι στην καρδιά του ανθρώπου παίζεται. Την καρδιά των ανθρώπων ήρθε να «αλλάξει» ο Χριστός. Ήδη από την Παλαιά Διαθήκη ο Θεός ζητούσε του ανθρώπου την καρδιά: «Ύίέ μου,δός μοι σήν καρδίαν» (Παροιμ. 23,26).
Το δίπολο αυτής της σχέσης, λόγος-καρδιά, έχει απαραίτητη βάση και δεσμευτική-αναγκαστική συνθήκη την ελευθερία. Χωρίς την ελευθερία δεν συνδέονται λόγος και καρδιά. Συγκολλούνται καμιά φορά αναγκαστικά-φοβίες, δεσμεύσεις, συνθήκες, ιστορία αλλά για να «φωνάζουν»το ασύμπτωτο και διάφορο τρόπο τους… με τον ασυγχρόνιστο βηματισμό!
Ο λόγος του Θεού, αν και είναι δημιουργικός και παντοδύναμος γίνεται «αδύναμος» στο να «επιβληθεί» στη θέληση του ελεύθερου όντος, που είναι ο άνθρωπος. Αυτό φανερώνει: α) ότι ο Θεός σέβεται απολύτως την ελευθερία του ανθρώπου και β) ότι ο Θεός αξιολογεί ότι το υποχρεωτικό καλό και η αναγκαστική ευρυθμία δεν έχουν σχέση μαζί Του! Πόσοι, όμως. άνθρωποι δεν επιθυμούν ακριβώς αυτά, για να έχουν «ήσυχο» το μυαλό τους, που φαντάζεται τη δύναμη μόνο ως εξουσία επιβολής, η οποία «παραμερίζει» και επιβάλλει;
Δύναμη για τον Θεό είναι η ποιότητα αντοχής μπροστά στο όχι, στην άρνηση εκ μέρους κάποιου, τον οποίομπορείς να… εξαφανίσεις!
Δύναμη για τον Θεό είναι να μπορείς να συνεχίζεις να αγαπάς αυτόν που «εμπαίζει» ως αδυναμία και ανυπαρξία τον εκ μέρους σου σεβασμό της ελευθερίας του.
Δύναμη για τον Θεό είναι να μπορείς να αγκαλιάζεις αυτόν που σου «βγάζει τη γλώσσα» ενώ μπορείς να τον αναλώσεις «τὸ πνεύματι τοῦ στόματος» (Β’ Θεσ. 2, 8) δηλαδή με ένα φύσημα!
Μπροστά σε μια τέτοια πρόταση-προοπτική, γιατί η ανταπόκριση ποικίλλει; Γιατί άλλοι «πεθαίνουν» «παρὰ τὴν ὁδόν»; Άλλοι«εἰς τὰς ἀκάνθας»; Άλλοι «ἐπὶ τὰ πετρώδη»;
Διότι, αφού η καρδιά μας είναι μια «πόρτα», υπάρχει και για μας η τριπλή πιθανότητα που ισχύει και στα φυσικά δεδομένα: α) η πόρτα να είναι κλειστή, β) η πόρτα να είναι μισάνοιχτη και γ) η πόρτα να είναι ορθάνοιχτη!
Ας δούμε αναλυτικά καθεμιά από αυτές τις πιθανότητες.
α. Πόρτα κλειστή είναι κάθε καρδιά που έχει βουλιάξει στον εγωισμό της αυτοεξασφάλισης και της προστασίας των «συμφερόντων» της, όπως νομίζει! Θεωρώντας τους άλλους κίνδυνο πάσης μορφής, κλείνεται στο «κλουβί» του εαυτούλη της, τον οποίο προσπαθεί να «προστατέψει» με όσο περισσότερες «αμπάρες»! Κλείνεται στον«πύργο» της προστατευτικής απόστασης, φυσικά απομονώνεται και κατ’ επέκταση «πνίγεται» σε μια μοναξιά για τη δημιουργία της οποίας κατηγορεί τους άλλους. Βασανίζεται και βασανίζει. Βουλιάζει στο άγχος για την εξασφάλιση προστατευτικού καλύμματος και τελικά αυτό το «κάλυμμα» γίνεται… επιτάφια πλάκα! Τους άλλους τους αξιολογεί ως… χρήσιμο κίνδυνο και προσπαθεί εγωιστικά να τους χρησιμοποιήσει με «τρόπους»αποφυγής του… κινδύνου!
β. Πόρτα μισάνοιχτη είναι κάθε καρδιά που τραμπαλίζεται ανάμεσα στις ιδέες που κουβαλάει και στα πάθη που «υπηρετεί». Αυτή η διελκυστίνδα κάνει τον άνθρωπο να πελαγώνει και να χάνεται μη ξέροντας τι αγαπάει τελικώς περισσότερο, τις ιδέες του -τα πιο αγαπημένα μας παιδιά όπως λέει ο Ισαάκ ο Σύρος- ή τα γοητευτικά του πάθη; Βυθισμένος στη φιλαυτία -«τό άγαπαντά έαυτοϋ νοήματα καί θελήματα»-τη φαντάζεται εξασφάλιση έστω και αν μετά τις πρώτες εμπειρίες έχει αρχίσει να τον… συγχύζει και να τον τυραννά. Σαν τον γάιδαρο του μύθου κι αυτός μεταξύ νερού ιδεών και αχύρου – παθών ζαλίζεται και πέφτει, μη ξέροντας τι να πρωτοδιαλέξει! Όταν κουραστεί ψυχικά από τη δουλεία των παθών και σκεφτεί να τα πετάξει και να απαλλαγεί από αυτά, τον παραλαμβάνουν οι στραβές του ιδέες και τον ακινητοποιούν ώστε vα μην μπορεί να δραστηριοποιηθεί προς την κατεύθυνση ελευθερίας που δείχνει ο Χριστός. Όταν σιχαθεί τις ιδέες του και αποφασίσει ότι δεν αξίζουν τίποτα και πρέπει να τις αναθεωρήσει τότε οι συμφύσεις των παθών και η οργανική μνήμη των δεσμεύσεων, που έχουν προηγηθεί τον κάνουν «στήλη άλατος» που κοιτάει μόνο προς τα πίσω, και έτσι αποκλείουν κάθε ενδεχόμενο πορείας προς την αλλαγή. Έτσι περνούν τα χρόνια και αυτός γερνάει και «κυλιέται» μέσα στους ίδιους δρόμους, που λέει ο ποιητής.
Η καρδιά του είναι ένα σταυροδρόμι! Όποιος θέλει περνάει από εκεί. Καταπατούν, αυτοί οι αναρίθμητοι «διαβάτες», κάθε σπόρο και τον νεκρώνουν. Αποκλείουν κάθε ενδεχόμενο ανταπόκρισης, αφού η δύναμη του Λόγου δεν «προλαβαίνει» να φανερωθεί έχοντας γίνει «ύποπόδιον» των διερχόμενων ιδεών και παθών.
«’Ιδού οί λόγοι μου, ώσπερ πϋρ φλέγον καί ως πέλυξ κόπτωv πέτρα, λέει Κύριος» (Ιερ. 23, 29). Τα λόγια μου είναι σαν φωτιά που κατακαίει και σαν σφυρί που συντρίβει τον βράχο, λέει ο Θεός στον προφήτη Ιερεμία. Ο λόγος του Θεού στον προφήτη είναι η ελπίδα μας. Χρειάζονται κάψιμο οι στραβές ιδέες που μας τυραννούν. Χωρίς κάτι τέτοιο θα σερνόμαστε αυταπατώμενοι σε ευχετικές προτροπές μελλοντικής καλυτέρευσης για να αποφύγουμε την οδυνηρή φωτιά που θα κατακαύσει, θα καθαρίσει και θα απολυμάνει το θησαυροφυλάκιο της καρδιάς μας από καθετί που δεν είναι υγιές.
Κυριακή 29/10/23
Λουκά Ζ’ 40-56
Η τραγικότητα του θανάτου
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Κύριος θαυματουργεί θεραπεύοντας μια ασθενή, η οποία υπέφερε επί πολλά έτη της ζωής της και κανένας από τους γιατρούς δεν μπόρεσε να την θεραπεύσει. Ο Κύριος όμως δεν αρκέστηκε μόνο στη θεραπεία, στην απαλλαγή του ανθρώπου από την ασθένεια, προχώρησε με ένα άλλο θαύμα του στην απαλλαγή του ανθρώπου από τον θάνατο.
Ο θάνατος, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, είναι ο έσχατος εχθρός μας. Είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου και όλης της δημιουργίας. Και ο Κύριος ήρθε στον κόσμο αυτό για να απαλλάξει τον άνθρωπο από τα δεσμά της αμαρτίας, αλλά με τελικό σκοπό να τον απαλλάξει από τον θάνατο.
Γιατί ο θάνατος είναι τόσο τραγικός; Γιατί είναι τόσο απαράδεκτος ώστε ο ίδιος ο Θεός να έρχεται στον κόσμο να τον νικήσει;
Είναι πράγματι απαράδεκτος ο θάνατος, διότι διαλύει την υπόστασή του ανθρώπου. Ο άνθρωπος φτιάχτηκε από τον Θεό έτσι ώστε να είναι σώμα και ψυχή μαζί -είναι ψυχοσωματικό ον. Δεν έκανε ο Θεός τον άνθρωπο μόνο ψυχή, ούτε μόνο σώμα, τον έκανε σύνθετο από αυτά τα δύο στοιχεία ώστε όταν λέμε «άνθρωπος» να εννοούμε και την ψυχή και το σώμα. Όχι μόνο το σώμα, όπως μας διδάσκει βιολογία. Όχι μόνο την ψυχή, όπως δυστυχώς πολλοί άνθρωποι πιστεύουν, ακόμη και πιστοί. Η ψυχή και το σώμα είναι συστατικά του ανθρώπου και ο θάνατος χτυπάει ακριβώς πάνω σε αυτή την υπόσταση του ανθρώπου και τη διαλύει.
Είναι ακόμη ο θάνατος απαράδεκτος, γιατί κρατάει τον άνθρωπο σκλάβο, αιχμάλωτο. Τον κρατάει αιχμάλωτο σε όλα τα πάθη τα οποία γνωρίζουμε. Όλα τα πάθη του ανθρώπου προέρχονται από το φόβο του θανάτου. Από εκεί προέρχεται η φιλαυτία μας, η αγωνία μας πώς να κρατηθούμε στη ζωή. Από εκεί προέρχεται η πλεονεξία μας -δεν μας φτάνουν όσα έχουμε, θέλουμε και άλλα γιατί είμαστε ανασφαλείς, φοβόμαστε υποσυνείδητα τον θάνατο. Από εκεί προέρχεται το μίσος κατά των άλλων, ο φθόνος κατά των αδερφών μας, διότι αισθανόμαστε ότι η δική τους προβολή και η δική τους ύπαρξη ένας μειώνουν, μας απειλούν. Από εκεί προέρχονται η φιλαργυρία και η συλλογή πολλών αγαθών -φοβούμαστε μήπως και δεν μας φτάσουν και δεν εξασφαλίσουν τη ζωή μας. Από εκεί προέρχεται η φιληδονία, γιατί με τον τρόπο αυτό θέλει ο άνθρωπος να απολαύσει τη ζωή όσο μπορεί περισσότερο, χωρίς να καταλαβαίνει ότι η ζωή ξεφεύγει ακριβώς μέσα από τα χέρια του όταν ο θάνατος παραμονεύει και τελικά νικά.
Γι’ αυτούς τους λόγους, λοιπόν, ο θάνατος είναι απαράδεκτος και ο Κύριος έρχεται να τον καταλύσει, όπως φαίνεται και στο απολυτίκιο της σημερινής Κυριακής: το φαιδρόν της Αναστάσεως κήρυγμα. Διότι καταλύθηκε ο θάνατος από τον Θεό με την Ανάσταση του Κυρίου. Να, λοιπόν, πώς αποκτάται μέσα στην πίστη μας, μέσα από το Ευαγγέλιο η σημασία της Ανάστασης του Κυρίου.
Ο θάνατος είναι απαράδεκτος ακόμη, για έναν πολύ πιο σημαντικό λόγο. Πληγώνει και διαλύει ή προσπαθεί να διαλύσει την αγάπη. Ο θάνατος χωρίζει τους ανθρώπους και είναι συνυφασμένος με τον ατομισμό. Ο θάνατος δεν ανέχεται την κοινωνία μεταξύ των ανθρώπων και διαμέσου των αιώνων αντιπαλεύουν αυτά τα δύο πράγματα -ο θάνατος και η αγάπη. Η Αγία Γραφή λέει για την αγάπη ότι είναι ισχυρή, κραταιά ως θάνατος (Ασμ 8:6).Οι αδερφοί μας από τη Δύση τόνισαν περισσότερο τον Σταυρό του Κυρίου. Βέβαια ο Σταυρός του Κυρίου, όπως θα δούμε σε λίγο, είναι συνυφασμένος και αυτός με τη νίκη του θανάτου, αλλά εκείνοι έδωσαν την ερμηνεία περισσότερο ότι ο Θεός έστειλε τον Υιό του όχι τόσο για να νικήσει τον θάνατο όσο για να μας λυτρώσει από τις αμαρτίες μας, για να μας απαλλάξει από την ενοχή των αμαρτιών μας.Η παράδοση όμως των Πατέρων της Εκκλησίας μας ρίχνει όλο το βάρος, με τελικό σκοπό την ενσάρκωση του Κυρίου, στη νίκη κατά του θανάτου. Ο Μέγας Αθανάσιος λέει ότι δεν μπορούσε ο Θεός να βλέπει το ανθρώπινο γένος τυραννούμενο υπό του θανάτου και γι’ αυτό ακριβώς εμείς πανηγυρίζουμε την Ανάσταση περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Τελικά για μας η Ανάσταση του κυρίου είναι αυτό που λυτρώνει.Διότι αν λυτρωθούμε από όλα τα άλλα και ο θάνατος δεν νικηθεί, δεν έχουμε πραγματική λύτρωση και πραγματική σωτηρία.
Αλλά πώς νικάται ο θάνατος; ΟΚύριος μας εξηγεί. Ο θάνατος για μας νικάται πιστεύοντας στην Ανάσταση του Κυρίου και στην ανάσταση τη δική μας – την ανάσταση των σωμάτων μας, που είναι συνέπεια της Αναστάσεως του Κυρίου. Εδώ βέβαια ισχύει αυτό που είπε σήμερα στην περικοπή ο ευαγγελιστής, ότι καταγγέλλων αὐτοῦ.Ποιος δέχεται την Ανάσταση του Κυρίου; Ίσως πολλοί να την αποδεχθούν, αλλά με την ανάσταση τη δική μας, την ανάσταση των σωμάτων μας, όπως την κήρυξε ο απόστολος Παύλος στην Πνύκα, χαμογέλασαν οι σοφοί της Ελλάδος.
Σήμερα στο Ευαγγέλιο ακούσαμε ότι καταγγέλλων τοῦ Κυρίου όταν τους είπε ότι η κόρη του Ιαείρου δεν πέθανε αλλά κοιμάται, καθεύδει. Η πίστη όμως στην Ανάσταση, είναι βασική προϋπόθεση για να νικήσουμε τον θάνατο .Ο Κύριος νίκησε τον θάνατο και υπόσχεται και σε εμάς ότι μετά την Ανάστασή Του δεν πεθαίνουμε αλλά κοιμόμαστε, καθεύδομεν, περιμένουμε και τη δική μας ανάσταση. Ο θάνατος νικάται όταν ακολουθήσουμε τον τρόπο με τον οποίο νικήθηκε από τον ίδιο τον Κύριο. Όσο περισσότερο κάποιος εκούσια υφίσταται τον θάνατο, τόσο περισσότερο νικά τον θάνατο. Ο Σταυρός του Κυρίου ήταν νίκη κατά του θανάτου διότι ήταν ένας εκούσιος θάνατος για χάρη των άλλων.