3η.ΟΜΙΛΙΑ 15/3/23-στόν 50ο ψαλμό –
Πρωτ/ρου Ἰωάννου Ἀγγελιδάκη
«Ἰδοῦ γάρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τά ἄδηλα καί τά κρύφια τῆς σοφίας σου ἐδήλωσά μοι».
Σύ, λέγει Κύριε, ὁ ὁποῖος εἶσαι ἡ ἐνυπόστατος ἀλήθεια καί ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶς τήν ἀλήθεια, ἐπειδή θέλεις νά ζοῦμε μέσα σ’αὐτήν, γιατί, μόνο οἱ ἁγιασμένοι διά τῆς αἰωνίας Ἀλήθειας εἶναι οἱ ἀληθινά φωτισμένοι, θά μᾶς καθαρίσης τελείως ἀπό την πρωπατορική ἁμαρτία μέ τό ἀρωματικόν φυτόν ὕσσωπο, ὥστε νά λευκανθῶμεν περισσότερον καί ἀπό τό χιόνι. Μέ τόν ὕσσωπο παρομοιάζει τήν καθαρτική ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι θερμή καί σπογγίζει ὁλόκληρη τήν ἀκαθαρσία πού ὑπάρχει ἐντός μας.
Ἡ κάθαρση τῆς ψυχῆς θά γίνει μέ τόν ὕσσωπο, δηλαδή διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Ραντιεῖς με ὕσσώπω, καί καθαρισθήσομε». Ἀφοῦ εἶπε, ὅτι ἔχεις δώσει θείους νόμους και παραγγέλματα, λέει τώρα καί τό σπουδαιότερο. ὅτι δηλαδή μᾶς ἐχάρισες εἰς τό νόμο, πού τότε ἔδωσες, καί ὡρισμένους τρόπους καθάρσεως, ἐκ τῶν ὁποῖων εἶναι καί ὁ διά ραντίσματος μέ ὕσσωπο. «φυτό καλαμοειδές, ἀρωματικόν καί φαρμακευτικόν». «Δέσμη ἀπό ὕσσωπον προσηρμόσθη εἰς κάλαμον και γεμίσαντες σπόγκον ὄξους προσέφεραν εἰς στό στόμα τοὺ ἐπί τοῦ Σταυροῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ»..
Φαίνεται νά ὑπαινίσσεται κάποιο μυστήριο, «Πνεύματι ἁγίῳ και πυρί». Ὁ Μωϋσῆς εἰς τήν Αἴγυπτον παρήγγειλε ὅπως ἡ ἐπάλειψη τῶν παραστατῶν τῶν θυρῶν διά αἵματος τοῦ προβάτου νά γίννεται μέ τή βοήθεια ὑσσώπου. Ἐμεῖς ὅμως ἑξαγοράσθημεν μέ αἷμα, ἀσυγκρίτως πολυτιμώτερον αἶμα, τό Τίμιον αἶμα Χριστοῦ. «ὅτι ἐσφάγης καί ἠγόρασας τῷ Θεῷ ἡμᾶς ἐν τῷ αἵματί σου»(Ἀποκ.5,9).
Ὁ Δαβίδ ἐνθυμούμενος τό αἷμα ἐκεῖνο, πού προστάτευσε τούς κατοίκους τῶν οἰκιῶν ὥστε νά μή πάθουν τίποτα ἀπό τόν τιμωρό ἄγγελον, λέει κατά τρόπον μυστικόν «Ραντιεῖς με ὕσσώπω» καί ὅσα ἀκολουθοῦν ὑπαινισσόμενος δι αὐτοῦ τήν τελεία κάθαρση τῶν ἁμαρτιῶν ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἡ ὁποία πρόκειται νά πραγματοποιηθεῖ διά τοῦ αἵματος τοῦ ἀληθινοῦ ἀμνοῦ, τοῦ Χριστοῦ, καί ἐπιθυμῶν εἰ δυνατόν νά ἐπιτύχει αὐτήν, ἡ ὁποία καί μόνη, μπορεῖ νά ἐπιτύχει τελείαν κάθαρση καί νά κάνει τόν ἄνθρωπο λευκότερον καί ἀπό τό χιόνι.
«Ἀκουκτιεῖς με ἀγαλλίασιν καί εὐφροσύνην»
Θά φροντίσης, λέγει, νά πληροφορηθῶ καί πάλη διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποιά εὐχαρίστηση καί χαρά, μέ ἀναμένει κατά τούς τελευταίους καιρούς. Ποιά δέ ἄλλη θά μποροῦσε νά εἶναι αὐτή ἡ χαρμόσυνος γνώση παρά ἐκείνη ἡ ὁποία ἀναφέρεται εἰς τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, τήν ὁποίαν ἐδίδαξε ὅταν εἶπε «ἀγαλλιάσσονται ὀστέα τεταπεινωμένα»; Ποτέ δέ ἄλλοτε θά χαροῦν τόσο πολύ τά σαπισμένα ὀστά μας παρά κατά τήν περίοδο ἡ ὁποία θά ἀκολουθήσει τήν ὁριστική ἀνάστασή μας, κατά τήν ὁποία, καθώς λέγει ἄλλος Προφήτης «τά ὀστά ἡμῶν ὡς βοτάνη ἀνατελεῖ»(Ἠσ,ξστ΄14), «Ἀγαλλιάσεται ὀστέα τεταπεινωμένα». Θά χαρῆ ὑπερβιλικῶς ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς μου, ἐπειδή προηγουμένως ἦτο ἀσθενῆς ἀπό τήν ἁμαρτία.
«Ἀπόστρεψον τό πρόσωπον ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν μου». Γύρισε το πρόσωπό σου μακριά ἀπό τίς ἁμαρτίες μου και ἀπάλειψε τελείως, σβῆσε ὁλοτελῶς ὅλες τίς ἀνομίες μου.
«Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός». Τήν ψυχήν μου, λέει, ἡ ὁποία ἐπαλαιώθει καί ἐρειπῶθει ἀπό τήν ἁμαρτία κάνε καί πάλι καινούργια.
«Καί Πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου». Σταθεροποίησε τόν νοῦν μου, ὥστε νά μή μπορεῖ νά παρασυρθεῖ ποτέ πλέον εὐκόλως εἰς ἁμαρτίαν. Ἐγκαινίασε στόν ἐσωτερικό μου κόσμο ἕνα νέο πνεῦμα, μιά νέα σκέψη, μιά νέα βούληση πού θά βαίνει σταθερά στην εὐθεία ὁδό τοῦ δικοῦ σου νόμου
«Καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μή ἀντανέλης ἀπ’ ἐμοῦ». Παρακαλεῖ νά ἔλθει καί πάλι εἰς αὐτόν τό προφητικό χάρισμα. Διότι τόν ἔχει ἐγκαταλείψει ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας του.
«Ἀπόδος μοι τήν ἀγαλλίανσιν τοῦ σωτηρίου σου». Ἀναφέρεται εἰς ὁλόκληρον τό ἀνθρώπινον γένος. Χαράν προερχομένη ἀπό τήν σωτηρίαν ὀνομάζει τήν ἐπί τῆς γῆς παρουσίαν τοῦ Κυρίου, συμφώνως πρός ἐκεῖνο τό ὁποῖον εἶπε ὁ δίκαιος Συμεών: «ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου», παρακαλεῖ, λοιπόν, νά γευθεῖ καί ὁ ἴδιος αὐτήν τήν χαράν.
«Καί πνεύματι ἡγεμονιῷ στήριξόν με». Ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἀνωτέρω ὠνόμασε πνεῦμα εὐθές, ἐδῶ τό ὀνομάζει ἡγεμονικόν (ὁδηγητικόν). «Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς σου». Ἀφοῦ μέ ἠλευθέρωσες, λέει, ἀπό τήν ἁμαρτία, δὀς μου καί πάλι τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τότε, λοιπόν, θά διδάξω καί πάλι τούς παραβάτες τῶν ἐντολῶν σου νά ἐφαρμόζουν εἰς τήν ζωή τους τό θέλημά σου.
«Ρῦσαι με ἐξ αἱμάτων,ὁ Θεός, ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου». Ἀπευθύνει πάλι θερμή παράκληση γιά τόν φόνο τοῦ Οὐρίου, διά νά καθαρισθεῖ ἀπό τόν μολυσμό, πού προεκλήθει ἀπ’αὐτόν, ἥ καλύτερον τό «ἐξ αἱμάτων» σημαίνει τήν μόλυσιν ἐκ τῶν αἱματηρῶν θυσιῶν, καθώς ἀποδεικνύεται ἐκ τῆς συνεχείας τοῦ ψαλμοῦ ὅπου λέγει: «Ὅτι, εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν» καί τά ἐν συνεχεία. «Ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσα μου τήν δικαιοσύνην σου».
Ὁ Σύμμαχος ἑρμήνευσε ὡς ἑξῆς: Αφοῦ δηλαδή ἔλαβα τήν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν μου δέ θά μείνω σιωπιλός, ἀλλά εἰς ὅλην μου τή ζωή θά σέ ὑμνῶ καί θά διηγοῦμαι τίς εὐεργεσίες σου. Ἐπειδή λέγει, παραιτήθηκες ἀπό τίς καθιερωμένες θυσίας τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου –διότι δέν ἔχουν τήν δύναμη νά συγχωροῦν ἁμαρτίας – διά τοῦτο σοῦ προσέφερα τήν θυσίαν τῆς ἀπολύτου ἀρεσκείας σου.
Εἶναι δέ αὐτή ἐκείνη πού προσφέρεται μέ τήν μετάνοια καί ἀπό καρδιά γεμάτη συντριβή ἐκ τῆς συναισθήσεως τῆς ἁμαρτωλότητος της. Μετάνοια ὄχι αὐτή πού κηρύσσεται στά λόγια, ἀλλά αὐτή πού ἀποδεικνύεται ἔμπρακτα, αὐτή πού πηγάζει ἀπ’τά βάθη τῆς καρδιᾶς καί καθαρίζει τό ρύπο τῆς ἁμαρτίας. «Λουσθεῖτε», λέει, «καθαρισθεῖτε, διῶξτε τήν κακία ἀπό τίς καρδιές σας, πάρτε την ἀπό τά μάτια μου»(Ἠσ.1,16).
Το «διῶξτε τήν κακία ἀπό τίς καρδιές σας», δέν ἀρκοῦσε νά φανερώσει ὅλο τό νόημα; Γιατί, λοιπόν, προσθέτει: «πάρτε την ἀπό τά μάτια μου»; Ἐπειδή διαφορετικά βλέπουν τά μάτια τῶν ἀνθρώπων καί διαφορετικά βλέπει τό μάτι τοῦ Θεοῦ. «Διότι ὁ ἄνθρωπος βλέπει στό πρόσωπο, ἐνῶ ὁ Θεός στήν καρδιά»(Α Βασ.16,7). Μή νοθεύσετε, λέει τή μετάνοια μέ ἐξωτερικούς τύπους, ἀλλά μπροστά στά μάτια μου, πού διαβάζουν τά κρυφά, δεῖξτε τούς καρπούς της.