4η.ΟΜΙΛΙΑ 22/3/23 -στόν 50ο ψαλμό –
Πρωτ/ρου Ἰωάννου Ἀγγελιδάκη
«Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκία σου τήν Σιών».
Σιών ὀνομάζει ἐδῶ τήν Ἐκκλησίαν. ὠς κοινωνία Θεοῦ καί ἀνθρώπου προεικονισμένη στην ἐδεμική κατάσταση, προφητικά δοσμένη ἀπό πρίν την Π.Διαθήκη. Τρέφεται δέ ἀπό τήν συνεχῆ πηγή τοῦ μυστικοῦ δείπνου και τῆς ροῆς, τοῦ αἵματος καί τοῦ νεροῦ, ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἴησοῦ. Ἀπό αὐτά τά δύο συνεστήθη ἡ Ἐκκλησία, καί ἀπό ἐδῶ, γίνεται ἠ ἀρχή τῶν Μυστηρίων.
Μᾶς γνώρισε τό μυστικό θάλημά του κατά τήν εὐαρέσκειάν του, τήν ὁποίαν σχεδίασε ὁ ἴδιος νά πραγματοποιηθεῖ κατά τό πλήρωμα τῶν χρόνων. Ὁ Θεός, μέ την πατρική στοργή καί ἀγάπη πρός τό πλάσμα Του, δέν μᾶς ἐγκατέλειψε στήν τραγωδία τῆς πτώσεώς μας. Ἀλλά συγκαταβαίνοντας πρός τήν ἀδυναμία μας, μᾶς προσέφερε δῶρο μεγαλύτερο καί ἀπό αὐτό τῆς Δημιουργίας.
Μᾶς προσέφερε τό δῶρο τῆς «Υἱοθεσίας». Ἔδωσε τό μονογενή Του Υἱό στό νεκρωμένο κόσμο γιά νά ἔρθει ξανά ἡ ζωή. Ὄχι γιατί δέν μποροῦσε νά μᾶς λυτρώσει μέ ἄλλο τρόπο ἀλλά γιά νά μᾶς δείξει τήν ἀγάπη Του, πού ξεπερνᾶ κάθε τι, καί νά μᾶς φωτίσει τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς στήν πατρική Του ἀγκάλη, νά γίνουμε και πάλι παιδιά Τοῦ.
«Ὥστε τά πάντα, τά ἐπουράνια καί τά ἐπίγεια, νά ἐνωθοῦν ἐν τῷ χριστῷ ἐν αὐτῷ».(Ἐφ.α΄10). Γι’αὐτό δέν θά ἔσφαλλε κανείς, ἐάν χαρακτήριζε τήν Ἐκκλησία ἀνώτερη ἀπό τήν κιβωτό τοῦ Νῶε, Γιατί ἡ κιβωτός ἔπαιρνε ζῶα καί τά διατηροῦσε ζῶα, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία παίρνει τά ζῶα καί τά μεταβάλλει. Νά ἐξηγήσω τί ἐννοῶ. Ἐκεῖ στήν κιβωτό, μῆκε γεράκι καί βγῆκε γεράκι, μπῆκε λύκος καί βγῆκε λύκος.
Ἐδῶ στήν Ἐκκλησία, μπῆκε κάποιος γεράκι καί βγαίνει περιστέρι, μπαίνει λύκος καί βγαίνει πρόβατο, μπαίνει φίδι καί βγαίνει ἀρνί, ὄχι ἐπειδή ἀλάζει ἡ φύση του, ἀλλά ἐπειδή ἀπομακρύνεται ἡ κακία του, ὡς ἁμαρτία, μέ τήν μετάνοια. (Ι.Χρυσ. περί μετανοίας).
«Καί οἰκοδομηθήτω τά τείχη Ἰερουσαλήμ» Τείχη ὀνομάζει τούς ἁγίους ἱερουργούς, οἱ ὁποῖοι περιφρουροῦν τήν Ἐκκλησίαν του. «Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης». Ὅταν λέγει, ἀνυψώσης τήν Σιών καί οἰκοδομηθοῦν τά περιβάλλοντα τή Ἰερουσαλήμ τείχη, τότε ὁπωσδήποτε θά προσφερθοῦν θυσίαι ὄχι αἱματηραί, ἀλλά δικαιοσύνης καί δοξολογίας, πού εἶναι οἱ μόνες πού ἁρμόζουν σέ Σένα.
«Τότε ἀνοίσουσιν ἐπί τό θυσιαστήριόν σου μόσχους».
Καί αὐτοί μόσχοι θά εἶναι ὅλα ἔκφραση τῆς δικαιοσύνης, ὥστε νά εἶναι ὅλα δείγματα δικαιοσύνης, οἱ θυσίες, οἱ ἀναφορές δικαιοσύνης, τά ὁλοκαυτώματα δικαιοσύνης, οἱ μόσχοι δικαιοσύνης. «Ἐλθέτω ἡ χάρις καί παρελθέτω ὁ κόσμος οὗτος» κραυγάζει ἡ εὐχαριστιακή προσευχή τῆς «Διδαχῆς τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων».
Δέν καταργοῦνται ἑπομένως οἱ θυσίες, ἀλλά μεταποιοῦν ται. Ἀντί τῶν ζωοθυσιῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀντί τοῦ ἀμνοῦ τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα, ἔχουμε τόν Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ, τόν Χριστό, «τόν αἴροντα τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου». Ἐκεῖ στήν Π.Δ. ὑπάρχουν νομικοί ἱερεῖς γιά τήν προσφορά τῶν νομικῶν θυσιῶν (ζωο θυσιῶν). Ἐδῶ στήν Ἐκκλησία ὑπάρχουν οἱ ἱερεῖς τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ γιά τήν προσφορά τῆς λογικῆς καί πνευματικῆς θυσίας. Ἐκεῖ σκιά καί τύπος, ἐδῶ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ
Ὁ Νικόλαος Καβάσιλας μιλώντας γιά τή θεία Εὐχαριστία λέει ὅτι «τήν θυσίαν ταύτην μή εἰκόνα καί τύπον εἶναι θυσίας, ἀλλά θυσίαν ἀληθινήν», ἡ θυσία αὐτή δέν εἶναι εἰκόνα καί τύπος θυσίας, ἀλλά θυσία ἀληθινή. Γιατί, τί εἶναι ἡ θυσία τοῦ προβάτου; Ὁπωσδήποτε ἡ μεταβολή ἀπό μή σφαγμένο σέ σφαγμένο. Ἡ θυσία τοῦ Γολγοθᾶ καί ἡ θυσία τῆς Εὐχαριστίας εἶναι μία, γιατί Ἕνας εἶναι ὁ Ἀμνός. «Τήν αὐτήν (θυσίαν) ἀεί ποιοῦμεν», γράφει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ἐπειδή «τόν αὐτόν (Ἀμνόν) ἀεί προσφέρομεν». Ἤ, πιό σωστά, ὁ ἴδιος Ἀμνός ἀεί αὐτοπροσφέρεται.
Ἐμπρός στήν ἐσχατολογική ἀγγελία ὁ χρόνος ἀνορθώνεται ὁλάκερος: ἡ ἐνσάρκωση, ὁ ἐξιλασμός, ἡ Ἀνάσταση καί ἡ Παρουσία ἐξαγγέλλονται ἀπό τό βάθος τοῦ ἴδιου ποτηρίου. Εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ: τό μυστήριο τῆς θείας ζωῆς γίνεται μυστήριο τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν, καθώς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί» (Ἰω. 17,21).
Ὁ Κύριος ἱερουργώντας τή σωτηρία μας προσέφερε τό Αἷμα του γιά μᾶς, μία φορά στόν Γολγοθά, ἀλλά καί ἄπειρες φορές μέσα στό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς προσωπικῆς ἀγάπης του γιά μᾶς, «ὅρος ἀγάπης ἀκρότατος».
Τό Αἷμα τοῦ Κυρίου ἔγινε λύτρο καί ἐλευθερωτήριο τῶν σκλαβωμένων ἀνθρώπων ἀπό τόν διάβολο. Ὁ Κύριος ἔδωσε τόν ἑαυτό του, γιά νά βασιλεύσει στόν ἄνθρωπο ὄχι δυναμικά, ἀλλά ἀγαπητικά. Ἤθελε μέ τό Αἷμα του νά ἐξαγοράσει τή θέλησή μας, ὥστε ἐλεύθερα νά τόν λατρεύουμε, νά «ἔχομεν τήν ἀπολύτρωσιν διά τοῦ αἵματος αὐτοῦ» (Ἐφ. 1,7). Τό πανάγιο Αἷμα του εἶναι ὁ σύνδεσμος τῶν ἀνθρώπων, ὁ καθαρισμός τοῦ κόσμου. «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.
Πολύ εὔστοχα σημειώνει ὁ Ἀρχιμ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Τό θεῖον Αἷμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ εἶναι ἡ ἁγιάζουσα, ἡ καθαίρουσα, ἡ μεταμορφοῦσα, ἡ χριστοποιοῦσα, ἡ σώζουσα δύναμις... Τό Αἶμα τοῦ Θεανθρώπου ἀνακαινίζει παντελῶς τόν ἄνθρωπο, διότι ἐν τῷ Αἵματι τούτῳ εὑρίσκεται ἡ θεία δύναμις τῆς αἰωνίου ζωῆς. Τοῦτο καταλλάσσει καί ἑνώνει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεόν.
Αὐτό συνέβη ἐπί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Γολγοθᾶ καί συνεχίζεται ἐν τῷ θεανδρικῷ Σώματι τῆς Ἐκκλησίας διά τοῦ ζωοποιοῦ καί θεοποιοῦ Αἵματος τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Καί προσέτι, ἐπειδή τοῦτο εἶναι τό Αἷμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ἡ δέ Ἐκκλησία τό Σῶμα Του, τό Αἷμα αὐτό εἶναι ἀκριβῶς ἐκείνη ἡ ἑνοποιός δύναμις, ἡ ὁποία ἑνώνει ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἰς μίαν ζωήν, εἰς μίαν ψυχήν εἰς μίαν καρδίαν».